5.500 ΛΕΞΕΙΣ, ΕΚΕΙ ΠΟΥ ΑΡΚΟΥΣΑΝ 36

5.500 λέξεις, εκεί που αρκούσαν 36

Το κείμενο του διαγγέλματος του Τάσσου Παπαδόπουλου το 2004 για το δημοψήφισμα επί του σχεδίου Ανάν είχε έκταση σχεδόν 5.000 λέξεις. Το διάγγελμα του Νίκου Αναστασιάδη το 2013 για την απόφαση για κούρεμα των καταθέσεων ήταν σχεδόν 1.000 λέξεις. Οι δύο προηγούμενοι πρόεδροι απευθύνονταν στον λαό σε δύο από τις πιο καθοριστικές στιγμές της ιστορίας μας από το 1974. Τις προάλλες, ο Νίκος Χριστοδουλίδης χρειάστηκε σχεδόν 5.500 λέξεις για να κάνει απολογισμό του έργου της μόλις τρίμηνης διακυβέρνησής του.

Το σκηνικό της περασμένης Τρίτης ήταν, από κάθε άποψη, αχρείαστα υπερβολικό. Δεν ήταν μόνο η έκταση του κειμένου. Πιο προβληματική ήταν η αναγκαστική παρουσία σύσσωμου του Υπουργικού Συμβουλίου και όλων των συνεργατών του προέδρου. Περίπου 30 ανώτεροι αξιωματούχοι καθόντουσαν για δύο τουλάχιστον ώρες και άκουγαν τον πρόεδρο να διαβάζει την ομιλία του και να απαντά σε ερωτήσεις.

Και όλα αυτά γιατί; Για μια ξεπερασμένη επικοινωνιακή πρακτική, η οποία μάλιστα έτυχε λανθασμένης εφαρμογής. Στις 100 μέρες δεν κάνεις απολογισμό έργου, απλούστατα διότι δεν προλαβαίνεις να κάνεις έργο. Αυτό που γινόταν, τον 20ό αιώνα, ήταν η προεκλογική δέσμευση ότι στις πρώτες 100 μέρες θα υλοποιούνταν συγκεκριμένα έργα και πολιτικές και επί αυτών γινόταν η αξιολόγηση. Μία από τις τελευταίες φορές που, σε δυτική χώρα, έγινε αυτό, ήταν το 1997 από τον Εργατικό Τόνι Μπλερ, ο οποίος δεν συγκάλεσε πανηγυρική δημοσιογραφική διάσκεψη. Απλώς αξιολογήθηκε στις 100 μέρες για αυτά που είχε υποσχεθεί να κάνει τις πρώτες 100 μέρες. Τέσσερα πράγματα, όλα κι όλα. Θεωρήθηκε ότι πέρασε τις εξετάσεις, με την επισήμανση όμως ότι στις πρώτες 100 μέρες δεν αντιμετώπισε κάποια σοβαρή πρόκληση. Ο Εμανουέλ Μακρόν, ένα χρόνο μετά την εκλογή του, τον περασμένο Απρίλιο, επιστράτευσε την πρακτική των 100 ημερών για να αντιμετωπίσει μια σοβαρή πρόκληση. Για να κατευνάσει την οργή των Γάλλων για την αύξηση του ορίου συνταξιοδότησης, έθεσε προθεσμία 100 ημερών στην κυβέρνησή του να επουλώσει τις πληγές που έχουν ανοίξει.

Στον 21ο αιώνα, το ορόσημο των 100 ημερών είναι η αφορμή για τα ΜΜΕ να κάνουν μια πρώτη αξιολόγηση της νέας διακυβέρνησης και για τους δημοσκόπους να σφυγμομετρήσουν τη διάθεση της κοινωνίας έναντι του νέου προέδρου και της κυβέρνησής του. Το 2019 ο Κυριάκος Μητσοτάκης αρκέστηκε σε ένα tweet στις πρώτες 100 του μέρες. «Στις πρώτες #100 μέρες της κυβέρνησης έχουμε καταφέρει πολλά. Δυσκολίες υπάρχουν, αλλά θα τις αντιμετωπίσουμε με σκληρή δουλειά και θα αξιοποιήσουμε κάθε μέρα για να κάνουμε τη ζωή των Ελλήνων καλύτερη. Εχουμε ακόμα πολλά να κάνουμε». Όλες κι όλες 36 λέξεις. Τόσες αναλογούν σε μόλις τρεις μήνες δουλειάς.

Υπήρξαν φυσικά και αλλού υπερβολές, μεγαλύτερες της δικής μας. Το 2008 στην Ιταλία του Σύλβιο Μπερλουσκόνι, ο οποίος εκτός από πρωθυπουργός ήταν και ιδιοκτήτης ΜΜΕ, τα μέσα έγραφαν για «το θαύμα των 100 ημερών».

Πίσω στον Μπλερ. Αυτό που είχαν επισημάνει τότε οι Βρετανοί αναλυτές ήταν το προφανές. Ότι ο πρωθυπουργός ήταν προσεκτικός να μην υποσχεθεί προεκλογικά περισσότερα απ’ όσα μπορούσε να πετύχει τις πρώτες 100 μέρες. Είναι ένας από τους χρυσούς κανόνες της πολιτικής. Μειώνεις προκαταβολικά τις προσδοκίες, για να τις ξεπεράσεις. Στην περίπτωση όμως του προέδρου μας, αυτό που παρατηρείται είναι το αντίθετο, όπως έγινε με τα κριτήρια επιλογής των υπουργών. Φούσκωσε σε απραγματοποίητο βαθμό τις προσδοκίες, με φυσιολογικό αποτέλεσμα να μην τηρήσει τις υποσχέσεις του και να γρατζουνίσει την εικόνα του.

Ακολούθησε ο απολογισμός έργου. Το μόνο θύμα της αχρείαστης φλυαρίας των 5.500 λέξεων ήταν η κυβέρνηση Χριστοδουλίδη. Διότι, αντικειμενικά ομιλούντες, στους τρεις μήνες η κυβέρνηση κατάφερε να έχει στο ενεργητικό της μερικά αξιοσημείωτα επιτεύγματα. Όπως η συμφωνία για την ΑΤΑ, ο διπλασιασμός επιστροφών μεταναστών, το πρόγραμμα «κτίΖΩ», για να αναφέρω μερικά. Η αγωνία όμως να παρουσιαστούν σαν έργα, επουσιώδεις δράσεις (που δεν είχαν καν θέση σε ομιλία πρόεδρου της Δημοκρατίας), «έπνιξε» τα επιτεύγματα. Για παράδειγμα, ο πρόεδρος Χριστοδουλίδης σπατάλησε διπλάσιο χρόνο φουσκώνοντας μια «επαναπροκήρυξη» σχεδίου χορηγιών, απ’ όσο αφιέρωσε στο «κτίΖΩ». Το ίδιο έκανε και με τη συμφωνία για την ΑΤΑ. Αφιέρωσε διπλάσιο χρόνο προσπαθώντας να εμφανίσει ως επίτευγμα την ολοκλήρωση μιας εφαρμογής ηλεκτρονικής υποβολής περιουσιακών στοιχείων των Δημόσια Εκτεθειμένων Προσώπων.

Μετά από τρεις μήνες στο τιμόνι της χώρας, το ζητούμενο για τον κ. Χριστοδουλίδη είναι να προφυλάξει τον εαυτό του και τον θεσμό που εκπροσωπεί από τη φθορά της επικοινωνιακής υπερκατανάλωσης.

Tο άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “Η Καθημερινή“.