Το εύκολο και πιασάρικο θα ήταν να ξεμπροστιάσεις, με την πρώτη, την προσπάθεια του Στέφανου Στεφάνου να αλλάξει το ΑΚΕΛ. Στην εποχή των social media, όπου δεν υπάρχει ούτε χώρος ούτε χρόνος για δυο κουβέντες πέραν της κριτικής και της παντογνωσίας, η ροπή στον μηδενισμό προκύπτει αυτόματα και αβίαστα. Οι αλλαγές υποβαθμίζονται άμεσα σαν διακοσμητικές∙ ότι δεν ακουμπούν την ουσία και η συζήτηση επικεντρώνεται σ’ ό,τι δεν χρειάζεται κόπο∙ στην επιφάνεια της εικόνας, στο σύμβολο. Γι’ αυτό και οι περισσότερες συζητήσεις αφορούσαν τη μετατροπή του ιδεολογικά φορτισμένου εμβλήματος, σε ένα ραφιναρισμένο λογότυπο.
Είναι όμως άδικο να εξαντλείται η αξιολόγηση της προσπάθειας σε γραμματοσειρές και στην πολιτική σημασία της μετατροπής του κόκκινου σε πορφυρό. Η ηγεσία του ΑΚΕΛ έκανε ένα πρώτο, προσεκτικό βήμα και δείχνει να έχει πλάνο και για τα επόμενα, με ένα λογικό χρονικό ορίζοντα τις προεδρικές του 2028 και δύο ενδιάμεσα ορόσημα, τις δημοτικές / ευρωεκλογές του 2024 και τις βουλευτικές του 2026.
Ο Στέφανος Στεφάνου κρατά στα χέρια του το πηδάλιο ενός, σχεδόν, αιωνόβιου και συντηρητικού κόμματος, που μόλις πριν από δύο χρόνια στο «23ο Συνέδριο επαναβεβαίωσε την ιδεολογική φυσιογνωμία του ΑΚΕΛ ως ένα σύγχρονο κομμουνιστικό κόμμα που καθοδηγείται από την κοσμοθεωρία του μαρξισμού – λενινισμού». Όση ναφθαλίνη κι αν μυρίζουν τα κειμήλια στα μπαούλα του ΑΚΕΛ, δεν τα πετάς, δεν αψηφάς την ιστορία, τους υποστηρικτές και τα πιστεύω τους κυνηγώντας απλώς κάτι άλλο, άγνωστο και απροσδιόριστο, που κανένα αριστερό κόμμα στην Ευρώπη δεν βρήκε ακόμη.
Το ΑΚΕΛ δεν θα πάψει να είναι μαρξιστικό κόμμα από τη μια μέρα στην άλλη, επειδή η ηγεσία του θα πει, «σύντροφοι, από αύριο το πρωί παύουμε να είμαστε μαρξιστές». Κανείς δεν θα τους πιστέψει και – χειρότερα – όσοι ακόμα τους ψηφίζουν θα αρχίσουν, κι αυτοί, να φλερτάρουν με την αποχή. Είναι ο μόνος σίγουρος τρόπος το ΑΚΕΛ να πάθει αυτό που φοβάται κάθε κόμμα, να γίνει ΠΑΣΟΚ. Να θυμίσω την ΕΔΕΚ στο πέρασμα στον 21ο αιώνα όταν, υπό την ηγεσία μάλιστα του Βάσου Λυσσαρίδη, έσπευσε να αλλάξει όνομα. Από ΕΔΕΚ έγινε ΚΙΣΟΣ και στις επόμενες εκλογές έχασε 20% της δύναμής της. Αστραπιαία ξανάγινε ΕΔΕΚ.
Αν ο Στεφάνου εννοεί ότι θέλει να αλλάξει ουσιαστικά το κόμμα, έκανε καλή αρχή. Οι αλλαγές δεν επιβάλλονται. Καλλιεργείται το έδαφος για να γίνουν δεκτές ή έστω ανεκτές και παρέχεται χρόνος για να απορροφήσουν τις αντιδράσεις. Είμαι σίγουρος ότι η αφαίρεση του σφυροδρέπανου από το νέο λογότυπο προκάλεσε περισσότερα μουρμουρητά παρά χειροκροτήματα. Γι’ αυτό, εικάζω, στη συνέντευξη του στην «Καθημερινή» ο Στεφάνου καθησύχασε τους αντιδρούντες ότι «το ΑΚΕΛ διατηρεί το έμβλημά του» και ότι το λογότυπο που είδαμε «θα συνοδεύσει την προσπάθειά μας τουλάχιστον μέχρι τις εκλογές».
Έβαλε παράλληλα στο τραπέζι για συζήτηση το ενδεχόμενο ο γενικός γραμματέας του κόμματος να εκλέγεται από το συνέδριο αντί από την ελεγχόμενη Κεντρική Επιτροπή. Κάτι τέτοιο μπορεί να μεταμορφώσει το κόμμα, όχι απαραίτητα προς το καλύτερο μια και οι υποψήφιοι θα πρέπει να χαϊδέψουν πολύ περισσότερα αφτιά για να κερδίσουν ψήφους. Από την άλλη, πώς αλλιώς ένα κόμμα θα συντονισθεί με τα θέλω των υποστηρικτών του; Δίκοπο μαχαίρι, ειδικά για το ΑΚΕΛ που μέχρι πρόσφατα απαγόρευε στους υποψήφιους του να διατηρούν λογαριασμούς στα social media και επέβαλλε ποινές για παραγοντισμό.
Φανταστείτε αν ένα λογότυπο προκαλεί αντιδράσεις, τι θα γίνει αν και όταν αρχίσουν να συζητούν εάν είναι ή όχι μαρξιστές και αν δεν είναι, τι τέλος πάντων είναι. Ή το κεφάλαιο Πλουτής Σέρβας και Αδάμ Αδάμαντος. Διότι αν αποφασίσουν να συζητήσουν σοβαρά το κεφάλαιο Σέρβας, για παράδειγμα, θα πρέπει να πάρουν θέση αν όντως το κόμμα «δεν είχε το σθένος να παραμείνει συνεπές, στις θέσεις, που υπαγόρευε η εποχή», όπως γράφει ο Σέρβας για την περίοδο πριν και στη διάρκεια του αγώνα της ΕΟΚΑ και να διερωτηθούν εάν το ίδιο σφάλμα συνεχίσθηκε και σε άλλες κορυφαίες ιστορικές στιγμές, όπως το 1978 με το αμερικανοβρετανοκαναδικό σχέδιο λύσης του Κυπριακού ή με τη στάση που τήρησε το ΑΚΕΛ στο δημοψήφισμα του 2004.
Πολύ καλά λοιπόν κάνει ο Στεφάνου να το παίρνει βήμα-βήμα και ακόμη καλύτερα που η αφετηρία των αλλαγών δεν είναι σε προεκλογική περίοδο.
Tο άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “Η Καθημερινή“.