Η Κριτική δημοσιεύθηκε στις 17/02/2018.
Οφείλω εξ αρχής να είμαι ειλικρινής με τον αναγνώστη: Με τον Νικόλα Καρύδη με συνδέει μια βαθειά φιλιά που ξεκινά από το δημοτικό σχολείο και συνεχίζεται. Θέλω όμως να πιστεύω ότι η χαρά μου γιατί κατάφερε αυτό που πάντα ήθελε, να γράψει το βιβλίο του, δεν επηρέασε την αντικειμενικότητα μου.
Όσοι γνωρίζουν τον συγγραφέα βλέπουν ευδιάκριτα τον ήπιο, ευφυή και ευαίσθητο παρατηρητή/μελετητή της ιστορίας να τους κλείνει το μάτι σε κάθε σελίδα. Να τους καλεί, με την ταπεινότητα και ευγένεια που διακρίνει τον χαρακτήρα και τη γραφή του, να μην αποδέχονται απροβλημάτιστα την όποια ιστορική αλήθεια. Να την αναζητούν. Να μην συμμετέχουν στην ακολουθητέα πορεία απλά και μόνο γιατί βρέθηκαν στο δρόμο της.
Ο Νικόλας Καρύδης στηρίχθηκε σε ένα πάθος του, την πειθαρχημένη και πολυετή τήρηση ημερολογίου, για να καταλήξει στις 361 σελίδες του βιβλίου του, το οποίο έχει εκδοθεί στην αγγλική γλώσσα.
Το εναρκτήριο λάκτισμα γίνεται με τον παππού του Νίκο Καρύδη, τον φημισμένο ιστορικό του ΑΠΟΕΛ και αγνό ιδεολόγο της ένωσης με την Ελλάδα. Η περιγραφή της έντονης προσωπικότητας και επιρροής του παππού συνοδεύεται από το δικό του θαυμαστό ταξίδι, που θέτει στη βάσανο της επιβεβαίωσης τις κληρονομικές αλήθειες. Χωρίς να οδηγείται στην άρνηση που προκαλεί η απόπειρα επιβολής απόψεων των μεγαλύτερων προς τους νεώτερους, ο Νικόλας Καρύδης καταλήγει σε μια ζηλευτή σύνθεση αξιών, που καθοδηγεί τη δική του πορεία.
Αντλώντας από μια πλούσια ξένη βιβλιογραφία, παραθέτει ιστορικά γεγονότα με μια ψυχρή αντικειμενικότητα ακόμα και στο πιο ευαίσθητο κομμάτι του βιβλίου, που αφορά την ιστορία της οικογένειας της μητέρας του, που βρήκε καταφύγιο στην Κύπρο το 1923, μετά τη γενοκτονία των Αρμενίων. Η περιγραφή του είναι συγκλονιστική. Συνδυάζει την απόσταση που του προσφέρουν οι ιστορικές πηγές που χρησιμοποιεί με το ισχυρό συναίσθημα των προσωπικών μαρτυριών και βιωμάτων της οικογένειας του.
Για τη γενιά του συγγραφέα –εκείνη δηλαδή που μόλις πρόλαβε την Κύπρο λίγα χρόνια πριν το ’74 και βίωσε την εφηβεία στην αμέσως μετά την εισβολή περίοδο– το Knowing One’s Place είναι η προσωπική ιστορία του καθενός. Μόνο όποιος έλαβε μέρος στον αυθόρμητο πανηγυρισμό για την εκλογή του Jimmy Carter το 1976, με πορεία όμως διαμαρτυρίας έξω από το Αμερικανικό Κέντρο Fulbright ή όποιος έκανε συλλογή από κάλυκες σφαιρών, που μάζευε στα χωράφια μετά το ‘74, καταλαβαίνει τι εννοώ.
Αυτές οι σελίδες είναι μια μελαγχολική επιστροφή σε ένα παρελθόν, όχι πλέον πρόσφατο, αλλά αλησμόνητο. Το πιο συμβολικό κεφάλαιο για το κυπριακό φέρει τον τίτλο Good Offices (Καλές Υπηρεσίες) και είναι κάτι σαν τρισάγιο στο «νεκροταφείο» των ειδικών απεσταλμένων του ΟΗΕ που μεσολάβησαν για τη λύση. Από τον άγνωστο Jose Rolz-Bennett, από τη Γουατεμάλα, που ήταν ο πρώτος διορισμός τον Μάρτιο 1964 (και η Τουρκία ζήτησε την απομάκρυνση του) μέχρι τον Νορβηγό Espen Barth Eide, πρόσφατα (που δεν ήταν συμπαθής στην δική μας πλευρά).
Πενήντα τρία χρόνια ειδικών απεσταλμένων. Ακριβώς όσα και τα χρόνια του συγγραφέα και της γενιάς του.
Γι’ αυτό και το κεφάλαιο Divorce (Διαζύγιο) έχει ιδιαίτερη σημασία. Ταπεινά, και τεκμηριωμένα, ο συγγραφέας θέτει ένα εύλογο προβληματισμό, που ακούγεται ολοένα και πιο δυνατά στην κοινωνία και φοβίζει την πολιτική και δημοσιογραφική ελίτ: «Υπάρχει επίσης μια στιγμή κατά την οποία θα πρέπει να μπορούμε να διακρίνουμε τις υπερβολές και παρερμηνείες που έχουν παρεισφρήσει στα βιβλία της ιστορίας και –εάν δεν έχουν διεισδύσει πολύ βαθειά στη συνείδησή μας– να τις αναγνωρίσουμε και απομονώσουμε. Σε περιοχές παρατεταμένων και περίπλοκων εθνοτικών συγκρούσεων πρέπει να διαθέτουμε την ικανότητα να φτάσουμε σε αυτό το σημείο, προτού επιτευχθεί ειρήνη, χωρίς –κι αυτό είναι κρίσιμο– εξωτερικές μηχανορραφίες. Εάν αυτό δεν γίνει, πρέπει να έρθει η στιγμή να αποδεχθείς ότι ο διαχωρισμός, η διχοτόμηση, η ανταλλαγή πληθυσμών, είναι συχνά η λιγότερο κακή απάντηση στην εθνοτική σύγκρουση».
Σε αντιδιαστολή με τη μελαγχολία του κυπριακού, η περιγραφή της πορείας ένταξης μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, είναι η ανάταση. Ο Καρύδης είχε εισιτήριο VIP, ως επικεφαλής του Γραφείου Τύπου της πρεσβείας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην Κύπρο. Το βιβλίο του φωτίζει την αθέατη πλευρά της πλέον περήφανης (τουλάχιστον από το 1974) στιγμής της ιστορίας μας. Αναδεικνύει το πνεύμα της εποχής, την ενότητα πίσω από τον συλλογικό στόχο Λευκωσίας και Αθήνας, τη μοναδική συγκυρία να βρίσκονται στην ηγεσία των δύο χωρών ηγέτες με διεθνή αξιοπιστία. Περιγράφει με αληθινά χρώματα την Κυπριακή άνοιξη.
Το Knowing One’s Place είναι ένα πλούσιο βιβλίο. Πλούσιο σε έρευνα και συναισθήματα.