ΟΙ ΚΑΛΟΙ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΙ ΚΑΝΟΥΝ ΤΙΣ ΚΑΛΕΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΙΣ

oi-kaloi-logariasmoi-kanoun-tis-kales-kibernisis

Πώς θα χαρακτηρίζατε την κυβέρνηση Χριστοδουλίδη; Συγκυβέρνηση των κομμάτων που στήριξαν την εκλογή του; Η μέχρι σήμερα εμπειρία δεν μας δείχνει κάτι τέτοιο. Δεν δείχνει ότι κόμματα και Προεδρικό συντονίζονται και λειτουργούν ενιαία. Μοιάζει περισσότερο με υπερκομματική κυβέρνηση του Νίκου Χριστοδουλίδη, με πρόσωπα που προτάθηκαν από το ΔΗΚΟ, την ΕΔΕΚ και τη ΔΗΠΑ, στην οποία όμως συμμετέχει και ένας σημαντικός αριθμός υπουργών που προέρχονται από τον Συναγερμό, καθώς και άτομα που αποτελούν προσωπικές επιλογές του Πρόεδρου της Δημοκρατίας. Μ’ αυτά τα δεδομένα, πόση και τι είδους στήριξη δικαιούται να αναμένει ο κ. Χριστοδουλίδης από τα κόμματα που τον ψήφισαν ή, με άλλα λόγια, ποιες οι υποχρεώσεις και οι ευθύνες ΔΗΚΟ, ΕΔΕΚ και ΔΗΠΑ έναντι της κυβέρνησης; Και, αντίστοιχα, πόση από την εξουσία και τις πολιτικές του είναι διατεθειμένος ο κ. Χριστοδουλίδης να μοιραστεί με αυτούς που τον στηρίζουν;

Έγινε κάποια συνεννόηση; Υπάρχει κάποια συναντίληψη μεταξύ των εμπλεκόμενων; Έχουν κάποιο πλαίσιο συνεργασίας ή τα πράγματα είναι τόσο θολά όσο φαίνονται; Και δεν αναφέρομαι στη μοιρασιά που έγινε για τις υπουργικές καρέκλες, αλλά στον τρόπο άσκησης πολιτικής, υλοποίησης του προγράμματος διακυβέρνησης του Προέδρου και διαχείρισης των ζητημάτων και των κρίσεων που θα προκύψουν. Σήμερα ο Πρόεδρος και οι υπουργοί του μπορεί να θεωρούν ότι το «σκάνδαλο» των διορισμών είναι ένα δύσβατο βουνό, αλλά μπροστά στα μεγάλα ζητήματα και κρίσεις που ενδέχεται να αντιμετωπίσουν –όπως το μεταναστευτικό, το Kυπριακό, τα ενεργειακά, οι κυρώσεις– υποθέσεις όπως ο διορισμός στο υφυπουργείο Τουρισμού θα αποδειχθούν τρικυμία σε φλυτζάνι.

Τα ερωτήματα δεν είναι θεωρητικά. Ούτε έχουν επικριτική διάθεση. Άπτονται του τρόπου λειτουργίας της κυβέρνησης και εγείρονται διότι το μικρό δείγμα γραφής ενώπιόν μας προδιαγράφει μια προβληματική πορεία, εάν δεν ξεκαθαρίσουν ρόλοι και υποχρεώσεις και εάν δεν συμφωνηθεί ένας τρόπος επικοινωνίας και λειτουργίας μεταξύ των συνισταμένων του χαλαρού, μέχρι στιγμής, κυβερνητικού συνασπισμού. Σε δύο, τουλάχιστον, περιπτώσεις στους πρώτους δύο μήνες διακυβέρνησης ΔΗΚΟ, ΕΔΕΚ και ΔΗΠΑ βρέθηκαν, μαζί με ΔΗΣΥ και ΑΚΕΛ, απέναντι από την κυβέρνηση. Στην ομόφωνη απόρριψη της αναπομπής του Προέδρου της Δημοκρατίας στον νόμο περί τουρκοκυπριακών περιουσιών και στην επέκταση της εφαρμογής των μειωμένων συντελεστών φόρου κατανάλωσης στα καύσιμα. Η κυβέρνηση πρότεινε περιορισμό της μείωσης στο 50% και η Βουλή επανάφερε τη μείωση στο 100%.

Το έργο της κάθε διακυβέρνησης περνά από τη Βουλή, είτε της αρέσει είτε όχι. Ασφαλώς και δεν είναι η πρώτη φορά που Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας δεν διαθέτει πλειοψηφία στη Βουλή. Ούτε όμως υπήρξε Πρόεδρος της Δημοκρατίας χωρίς ένα σταθερό στήριγμα στη Βουλή. Ένα αξιόπιστο βραχίονα, που οι συνομιλητές του γνώριζαν ότι ο λόγος του είχε πέραση στο Προεδρικό και την κυβέρνηση, που μπορούσε να σχηματίζει τις κρίσιμες πλειοψηφίες, γνώριζε πότε και γιατί αυτό δεν ήταν εφικτό, απέκρουε επιθέσεις και όλα τα άλλα που συμβαίνουν στις επιτροπές και τους διαδρόμους της Βουλής.

Στη δεκαετία Νίκου Αναστασιάδη, ο ΔΗΣΥ ήταν αυτός ο βραχίονας. Ήταν το στήριγμα της διακυβέρνησης, στα καλά και στα κακά της, διότι αρκετές φορές αναγκάστηκε να «καταπιεί» αδιαμαρτύρητα κυβερνητικές πολιτικές και συμπεριφορές, επωμιζόμενος το κόστος. Στην πενταετία Χριστόφια τον ρόλο αυτό είχε το ΑΚΕΛ, ενώ την αμέσως προηγούμενη πενταετία, επί Τάσσου Παπαδόπουλου, το ΑΚΕΛ, το ΔΗΚΟ, η ΕΔΕΚ (όταν ήταν ολόκληρη), ακόμα και οι Οικολόγοι στήριζαν την κυβέρνηση. Υπήρχαν, βεβαίως, εξαιρέσεις, όταν κάποια από τις συνιστώσες διαφωνούσε με μια κυβερνητική πολιτική. Η εκδήλωση όμως της διαφωνίας γινόταν σε συνεννόηση, γι’ αυτό και ήταν διαχειρίσιμη. Δεν κατέβαινε η κυβέρνηση στη Βουλή και βρισκόταν ενώπιον ενέδρας που της είχαν στήσει «δικοί» της.

Σήμερα, στο Προεδρικό ακούγονται μεμψιμοιρίες ότι τα κόμματα που συμμετέχουν στην κυβέρνηση ενδιαφέρονται μόνο για διορισμούς και βολέματα χωρίς να συνεισφέρουν στη διαμόρφωση πολιτικής ή τουλάχιστον στη στήριξή της. Αυτή είναι η μία όψη. Η άλλη είναι τα παράπονα των κομμάτων για έλλειψη συντονισμού, την οποία οι καλοπροαίρετοι αποδίδουν εν μέρει στην απειρία του Προεδρικού και μερίδας υπουργών ως προς τον τρόπο λειτουργίας του κοινοβουλίου, καθώς και στο ότι η κυβέρνηση δεν έχει βρει ακόμη τον βηματισμό της. Όπου κι αν είναι η αλήθεια, στη μέση ή κάπου αλλού, έχουν υποχρέωση και συμφέρον να βρουν έναν αποτελεσματικό τρόπο λειτουργίας. Αν τα καταφέρουν, τότε ένα σημαντικό μέρος των «καθηκόντων» του κοινοβουλευτικού βραχίονα της κυβέρνησης θα έχει ικανοποιηθεί.

Εφόσον γίνει αυτό, ο κ. Χριστοδουλίδης θα πρέπει να αποφασίσει εάν θέλει να πάρει τη σχέση με κάποιο από τους συμμάχους του στο επόμενο βήμα, ώστε να αποκτήσει κι αυτός τον «ανιδιοτελή» υποστηρικτή που είχαν οι προκάτοχοί του, που θα αναλάβει τη συνολική υποστήριξη της διακυβέρνησης επωμιζόμενο ασφαλώς το κόστος και απολαμβάνοντας τα οφέλη. Από τα υφιστάμενα κόμματα του συνασπισμού, αυτόν τον ρόλο μόνο το ΔΗΚΟ μπορεί να τον παίξει. Είναι ο μεγαλύτερος των ενδιάμεσων, διαθέτει παρουσία σε όλες τις κοινοβουλευτικές επιτροπές και άλλα προσόντα.

Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “Η Καθημερινή“.