Μέρες μόλις μετά τον θάνατο του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου από καρδιακή προσβολή τον Αύγουστο του 1977, η Άγκυρα έσπευσε να εκμεταλλευθεί το κενό στην ελληνοκυπριακή πλευρά για να πετύχει, φαινομενικά, αναγνώριση τουρκοκυπριακού κρατιδίου στο κατεχόμενο τμήμα του νησιού. Πραγματικός όμως στόχος των Τούρκων ήταν η υποβάθμιση του διαδόχου του Μακαρίου και κατ’ επέκταση η αποαναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας, ως της μόνης αναγνωρισμένης κυβέρνησης στο νησί.
Σε ένα χαρακτηρισμένο ως Άκρως Απόρρητο ενημερωτικό δελτίο, στο οποίο διδόταν περιορισμένη πρόσβαση μόνο σε ανώτερους Αμερικανούς αξιωματούχους, η ανάλυση των αμερικανικών υπηρεσιών φωτίζει τα εσωτερικά παιχνίδια των Τούρκων στο Κυπριακό και πώς ο τότε Τουρκοκύπριος ηγέτης Ραούφ Ντενκτάς προσπαθούσε να «σπρώξει» την Τουρκία προς τη δημιουργία ανεξάρτητου τ/κ κράτους στην κατεχόμενη Κύπρο. Το έγγραφο, όμως, σηκώνει μερικώς και την κουρτίνα στο πώς η Ουάσιγκτον «διάβαζε» τις εξελίξεις.
«Οι Τούρκοι ηγέτες θεωρούν τον θάνατο του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου και την επακόλουθη πολιτική αβεβαιότητα στην ελληνοκυπριακή κοινότητα ως ευκαιρία […] για διεθνή αναγνώριση της τουρκοκυπριακής διοίκησης» αναφέρει η ανάλυση, η οποία χαρακτηρίζει «καιροσκοπική» την τουρκική απόπειρα.
ΣΤΟΧΟΣ Η ΕΞΙΣΩΣΗ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕ ΤΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΣΤΑ ΚΑΤΕΧΟΜΕΝΑ
Δύο μόλις εβδομάδες μετά τον θάνατο του Μακαρίου και εννέα μέρες μετά την κηδεία του –μια και η ανάλυση φέρει ημερομηνία 17 Αυγούστου, 1977– η τουρκική κυβέρνηση είχε ήδη προβεί σε σχετικό διάβημα προς τις ΗΠΑ. Το περιεχόμενο του διαβήματος, ωστόσο, φανερώνει ότι ο πραγματικός στόχος των Τούρκων ήταν η εξίσωση της Κυπριακής Δημοκρατίας με το καθεστώς στα Κατεχόμενα. «Η τουρκική πλευρά υποστηρίζει ότι οι Ελληνοκύπριοι παραβιάζουν συνεχώς το σύνταγμα του 1960 και ότι καμία από τις διατάξεις που αφορούν τους Τουρκοκύπριους δεν έχει τηρηθεί από τα τέλη του 1963. Έτσι, συμπεραίνουν οι Τούρκοι, δεν είναι πλέον δυνατό να μιλάμε για κράτος με βάση το Σύνταγμα του 1960, αλλά μόνο για την ύπαρξη δύο αυτόνομων κοινοτήτων. Ισχυρίζονται ότι οποιοσδήποτε υποτυπώδης λόγος υπέρ του αντιθέτου έχει εξαφανιστεί με τον θάνατο του Μακαρίου».
Επιβεβαιωτικό του πραγματικού τουρκικού στόχου είναι ότι ο Ντενκτάς υποστήριζε ότι «δεν μπορούν να γίνουν περαιτέρω συνομιλίες, εάν δεν αναγνωριστεί ως ίσος με τον νέο Ελληνοκύπριο ηγέτη και άφησε να εννοηθεί για άλλη μια φορά [σ.σ. το ενδεχόμενο] ανακήρυξης ανεξαρτησίας».
Δεν έπεισαν
Οι Αμερικανοί εξ αρχής εκτίμησαν ότι δεν είχε ιδιαίτερες προοπτικές η τουρκική προσπάθεια, κάτι που σύντομα συνειδητοποίησαν και οι ίδιοι οι Τούρκοι. «Είναι άγνωστο πόσο μακριά σκοπεύουν οι Τούρκοι να πιέσουν αυτή τη γραμμή. Το διάβημα της Άγκυρας προς τις ΗΠΑ, ωστόσο, δεν έγινε στο υψηλότερο επίπεδο και οι Τούρκοι τηρούν μια σιωπή το τελευταίο διάστημα μπροστά σε μια έντονα αρνητική διεθνή αντίδραση. Φαίνεται πιθανό ότι έχοντας σημειώσει μικρή επιτυχία, οι Τούρκοι έχουν κάνει πίσω». Ολίγον κυνικά, οι Αμερικανοί αναλυτές εκτιμούν ότι «υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις ότι όταν κατακαθίσει η σκόνη, το πλαίσιο της βασικής τουρκικής πολιτικής έναντι της Κύπρου θα μοιάζει πολύ όπως πριν» τον θάνατο του Μακαρίου.
Εν μέρει, οι Αμερικανοί εκτιμούσαν ότι οι κινήσεις, όπως το διάβημα της τουρκικής κυβέρνησης, ήταν απόρροια εσωτερικών πιέσεων. Τρία μόλις χρόνια μετά την εισβολή, το Κυπριακό συγκινούσε και ερέθιζε την τουρκική κοινή γνώμη. Με τον πρωθυπουργό της εισβολής Μπουλέντ Ετσεβίτ πλέον στην αντιπολίτευση και τον Ραούφ Ντενκτάς αδιαμφησβήτητο ηγέτη των Τουρκοκυπρίων και δημοφιλή στην Τουρκία, ο πρωθυπουργός Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ έπρεπε να λάβει υπόψη του τις εγχώριες πιέσεις και να μην επιτρέψει στους αντιπάλους του να τον εμφανίσουν ως υποχωρητικό στο Κυπριακό.
Ο Ντεμιρέλ, υποστήριζαν οι Αμερικανοί αναλυτές, «μπορεί να μη χαλιναγωγήσει τον Ντενκτάς, αλλά ο ίδιος [σ.σ. ο Τ/κ ηγέτης] γνωρίζει καλά ότι είναι υπόχρεος στην Άγκυρα για κρίσιμη διπλωματική και οικονομική υποστήριξη και είναι απίθανο να κάνει σημαντικά βήματα χωρίς την έγκρισή της».
Ο ρόλος Ετσεβίτ
Οι Αμερικανοί ανησυχούσαν περισσότερο ότι «οι Τούρκοι θα μπορούσαν, από πίκρα, να κάνουν κάποια απότομη ενέργεια» στην Κύπρο. Αυτή η απότομη ενέργεια ήταν «να μπουν στον πειρασμό να κάνουν κάτι βιαστικό, όπως να επιτρέψουν στον Ντενκτάς να κηρύξει την ανεξαρτησία του. Δεν πιστεύουμε ότι αυτό είναι πιθανό, αφού οι Τούρκοι γνωρίζουν τις αρνητικές διεθνείς αντιδράσεις που θα πυροδοτούσε μια τέτοια κίνηση». Μια «απότομη ενέργεια», εκτιμούσαν οι Αμερικανοί, θα ήταν αποτέλεσμα της πίεσης Ετσεβίτ προς Ντεμιρέλ, παρά οτιδήποτε άλλο.
«Στην προσέγγισή του στην Κύπρο, ο Τούρκος πρωθυπουργός Ντεμιρέλ συνεχίζει να περιορίζεται τόσο από τις απόψεις των εταίρων του στον συνασπισμό όσο και από τον φόβο ότι ο ηγέτης της αντιπολίτευσης Ετσεβίτ περιμένει να εκμεταλλευτεί οποιοδήποτε λάθος βήμα». Εκείνη την περίοδο ο Ντεμιρέλ είχε να αντιμετωπίσει τον πονοκέφαλο από την πρόταση του Ετσεβίτ «για τουρκική εγκατάσταση [εποικισμό] στο ελεγχόμενο από τους Τούρκους, αλλά μη κατεχόμενο, ελληνικό τμήμα της Αμμοχώστου». Το γεγονός ότι αντιπρόεδρος της τουρκικής κυβέρνησης ήταν ο εθνικιστής Νετσμετίν Ερμπακάν δυσκόλευε ακόμη περισσότερο τον Ντεμιρέλ. Το 1974 ο Ερμπακάν ήταν αντιπρόεδρος και στην κυβέρνηση Ετσεβίτ, που διέταξε την εισβολή.
Η σκιά της Αθήνας
Η Άγκυρα εκτιμούσε ή και ανησυχούσε ότι ο θάνατος Μακαρίου θα επέτρεπε στην Αθήνα να επηρεάζει σε μεγαλύτερο βαθμό τη Λευκωσία. «Οι Τούρκοι θα θέλουν να δοκιμάσουν προσεκτικά τις υποψίες τους ότι η Αθήνα θα έχει πλέον μεγαλύτερο λόγο στις κυπριακές υποθέσεις» εκτιμούσαν οι Αμερικανοί αναλυτές, γι’ αυτό και προέβλεπαν ότι «η πρόοδος προς μια διευθέτηση μέσω διαπραγματεύσεων θα είναι τώρα πιο αργή από ό,τι πριν από τον θάνατο του Αρχιεπισκόπου». Η πρόβλεψη στηριζόταν στην πληροφορία από Τούρκο αξιωματούχο ότι «η Άγκυρα μπορεί να θέλει να καθυστερήσει άλλον έναν γύρο επίσημων συνομιλιών μέχρι μετά τις ελληνοκυπριακές προεδρικές εκλογές τον ερχόμενο Φεβρουάριο». Γνωρίζοντας ποιος θα ήταν ο διάδοχος του Μακαρίου, η Άγκυρα θα μπορούσε να εκτιμήσει με μεγαλύτερη ακρίβεια τον βαθμό επιρροής που θα ασκούσε η Αθήνα στη Λευκωσία.
Tο άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “Η Καθημερινή“.