ΒΟΜΒΕΣ ΣΤΗΝ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΗ ΠΡΕΣΒΕΙΑ

amerikaniki-presveia-andreas-hadjikyriakos

Στις 30 Νοεμβρίου 1963, οκτώ μόλις μέρες μετά τη δολοφονία του Τζον Κένεντι, ο πρόεδρος Αρχιεπίσκοπος Μακάριος υπέβαλε στον αντιπρόεδρο δρα Φαζίλ Κιουτσούκ τα 13 σημεία για βελτίωση του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η Τουρκία απέρριψε τις προτάσεις, οι Τουρκοκύπριοι αποχώρησαν από την κυβέρνηση, το κλίμα φορτίστηκε και με την πρώτη αφορμή, την περίοδο των Χριστουγέννων του 1963, ξέσπασαν αιματηρές συγκρούσεις μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων.

Ο διάδοχος του Κένεντι, Λίντον Τζόνσον, δεν είχε προλάβει να συμπληρώσει τρεις μήνες στο Οβάλ Γραφείο, όταν συναίνεσε στην ειρηνευτική αποστολή του υφυπουργού Εξωτερικών Τζορτζ Μπολ στην περιοχή, με στόχο να εκτονώσει την κατάσταση ώστε να αποτραπεί το ενδεχόμενο ελληνοτουρκικής σύρραξης. Ο Μπολ αναμενόταν στη Λευκωσία στις 11 Φεβρουαρίου 1964.

Η ομάδα Λυσσαρίδη

Μία εβδομάδα προηγουμένως, στις 8:30 μ.μ. της 4ης Φεβρουαρίου 1964 δύο εκρήξεις προκάλεσαν υλικές ζημιές στην αμερικανική πρεσβεία, ενώ σε άλλο σημείο της Λευκωσίας πυρπολήθηκαν δύο αυτοκίνητα Αμερικανών. Οι βρετανικές μυστικές υπηρεσίες ενημέρωσαν τον σταθμό της CIA στην Κύπρο ότι πίσω από την επίθεση ήταν η ομάδα του Λυσσαρίδη, με την επισήμανση ότι ήταν ο «προσωπικός γιατρός του Μακαρίου». Τους δύο βομβιστές «των ομάδων Λυσσαρίδη» κατονόμασε στέλεχος του Κυπριακού Στρατού σύμφωνα με έγγραφο που κατατέθηκε στην Επιτροπή για τον Φάκελο της Κύπρου. Ωστόσο, είναι άγνωστο εάν η τοποθέτηση των βομβών έγινε με οδηγίες ή ήταν σε γνώση του Μακαρίου, παρά τη διαδεδομένη εντύπωση ότι τίποτα δεν γινόταν στην Κύπρο που να μη το γνώριζε ο Μακάριος.

Γιατί όμως ο Μακάριος ή η ομάδα Λυσσαρίδη, που λειτουργούσε ως βραχίονας του Κύπριου προέδρου, να επιδιώκει την αντιπαράθεση με τις ΗΠΑ; Εκείνη, ιδιαίτερα την εποχή, που οι σχέσεις του Μακαρίου με τις ΗΠΑ βρίσκονταν ίσως στο καλύτερό τους σημείο. Τον Ιούνιο 1962, ο Κύπριος πρόεδρος είχε γίνει δεκτός από τον Τζον Κένεντι στον Λευκό Οίκο, ενώ τρεις μήνες αργότερα ο τότε αντιπρόεδρος Τζόνσον είχε επισκεφθεί επίσημα την Κύπρο. Ο Μακάριος είχε επίσης σιωπηρά συναινέσει στη συνέχιση της λειτουργίας του αμερικανικού σταθμού παρακολούθησης ραδιοφωνικών εκπομπών (FBIS) της ευρύτερης περιοχής της Μέσης Ανατολής στον Καραβά, αλλά και του άκρως απόρρητου αναμεταδότη του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας στον Γερόλακκο.

Το κίνητρο

Ποιο ήταν λοιπόν το κίνητρο πίσω από τις βόμβες; Λόγω των διακοινοτικών ταραχών, τα στρατιωτικά αποσπάσματα της Βρετανίας, της Ελλάδας και της Τουρκίας στην Κύπρο συγκρότησαν κοινή δύναμη για να θέσουν τέρμα στις συγκρούσεις. Οι ΗΠΑ πίεζαν για τη συγκρότηση ειρηνευτικής δύναμης για την Κύπρο με στρατεύματα αποκλειστικά από χώρες του ΝΑΤΟ. Οι τρεις εγγυήτριες δυνάμεις και οι Τουρκοκύπριοι συμφώνησαν, αλλά «ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος αισθάνθηκε ότι δεν μπορούσε να συμφωνήσει με αυτό το σχέδιο. Αν και αποδέχτηκε κατ’ αρχήν την ανάγκη για μια διεθνή δύναμη, επέμεινε ότι θα έπρεπε να βρίσκεται υπό τον άμεσο έλεγχο των Ηνωμένων Εθνών», σύμφωνα με τον Βρετανό υπουργό Αποικιών Ντάνκαν Σάντις. Οι βόμβες είχαν στόχο να στείλουν μήνυμα εναντίον των αμερικανικών σχεδιασμών.

Τον Ιούνιο του 1962, ο Κύπριος πρόεδρος είχε γίνει δεκτός από τον Τζον Κένεντι στον Λευκό Οίκο, ενώ τρεις μήνες αργότερα ο τότε αντιπρόεδρος Τζόνσον είχε επισκεφθεί επίσημα την Κύπρο.

Οι Αμερικανοί σαφέστατα υποψιάζονταν ότι πίσω από το αντιαμερικανικό κλίμα που δημιουργείτο στην Κύπρο βρισκόταν ο Μακάριος. Η ανακοίνωση της πρεσβείας ήταν αιχμηρή για τον ίδιο προσωπικά. «Κατά τας τελευταίας ολίγας εβδομάδας διεξάγεται μια συστηματική εκστρατεία εναντίον μας εις τον ελληνικόν Κυπριακόν τύπον. Διεμαρτυρήθημεν εις την Κυβέρνησιν της Κύπρου, αλλά η εκστρατεία συνεχίσθη και έλαβε τώρα νέα μορφή», έλεγε η ανακοίνωση της πρεσβείας. Πρέσβης των ΗΠΑ στην Κύπρο τότε ήταν ο Φρέιζερ Γουίλκινς, ο οποίος ήταν πεπεισμένος ότι ο Μακάριος ήταν ενήμερος «και του ζήτησα πολλές φορές να το σταματήσει. Ποτέ όμως δεν έκανε κάτι γι’ αυτό. Πάντα απέφευγε το θέμα, με βυζαντινό τρόπο».

Το αντιαμερικανικό κλίμα συντηρήθηκε και μετά τη βομβιστική επίθεση. Η εφημερίδα «Μάχη», την οποία εξέδιδε ο Νίκος Σαμψών, ο οποίος, όπως ο Λυσσαρίδης, διατηρούσε τον δικό του ιδιωτικό στρατό, από την πρώτη στιγμή υπαινίχθηκε ότι η βομβιστική επίθεση ήταν σκηνοθετημένη από τους ίδιους τους Αμερικανούς. Λεζάντα κάτω από φωτογραφία με στοίβα κιβωτίων έγραφε ότι «δέκα ώρας προ των εκρήξεων εις την Αμερικανικήν πρεσβείαν είχον αποσταλή εις τας οικίας των Αμερικανών εν Λευκωσία τα ανωτέρω κιβώτια διά την τοποθέτησιν σκευών και μετακόμισιν» («Μάχη», 6 Φεβρουαρίου 1964, σελ. 4).

Θέσεις μάχης

Ο Γουίλκινς την ώρα της έκρηξης ήταν σπίτι με την οικογένειά του. Η πρεσβευτική κατοικία ήταν μέρος του συμπλέγματος της πρεσβείας, που βρισκόταν στην περιοχή πλησίον του πρώην ξενοδοχείου Χίλτον, το οποίο όμως δεν είχε ακόμη λειτουργήσει. Μόλις αντιλήφθηκε τι είχε συμβεί, μάζεψε άρον-άρον την οικογένειά του και συνοδευόμενος από ένοπλους πεζοναύτες έσπευσε για ασφάλεια στο Προεδρικό Μέγαρο, όπου όμως βρήκε μόνο αστυνομικούς της Προεδρικής Φρουράς που έβγαζαν σκοπιά. Ο Μακάριος δεν ήταν εκεί, αλλά στην Αρχιεπισκοπή, όπου διέμενε και απ’ όπου μετέβη απευθείας στην πρεσβεία μόλις πληροφορήθηκε το γεγονός («Ελευθερία», 5 Φεβρουαρίου 1964, σελ. 1 και 8).

Στην περίμετρο της πρεσβείας είχαν αναπτυχθεί ένοπλοι πεζοναύτες έτοιμοι να αποκρούσουν πιθανή επίθεση και αργότερα προστέθηκε και βρετανικό τεθωρακισμένο, ενώ η κυπριακή αστυνομία βρισκόταν σε αμηχανία, προσπαθώντας να διερευνήσει την υπόθεση.

 

Τρεις ναυλωμένες πτήσεις της εταιρείας Παναμέρικαν θα μετέφεραν τους Αμερικανούς στην ασφάλεια της Βηρυτού και το ζεύγος Γουίλκινς αποχαιρέτησε το κάθε ένα από τα 700 γυναικόπαιδα που αναχώρησαν.

Το σχέδιο εκκένωσης

Το περιστατικό είχε και μια παράπλευρη απώλεια. Σύμφωνα με τον γενικό πρόξενο την περίοδο εκείνη Τσαρλς Μακάσκιλ, μόλις επέστρεψε στην πρεσβεία ο Γουίλκινς συγκάλεσε σύσκεψη και αποφάσισε να εφαρμόσει το σχέδιο εκκένωσης γυναικόπαιδων από την Κύπρο. «Ήταν μια αμφιλεγόμενη κίνηση, αλλά την ανακοίνωσε στην κυπριακή τηλεόραση το απόγευμα μετά την έκρηξη της βόμβας και δεν μπορούσε να κάνει πίσω», υποστηρίζει ο Μακάσκιλ. «Έπρεπε να εκκενώσω 1.200 από τους 2.000 Αμερικανούς στο νησί», θυμάται ο Γουίλκινς, ο οποίος εξηγεί ότι «είχαμε μια ασυνήθιστα μεγάλη πρεσβεία εκεί, συνολικά περίπου 500 άτομα, εκ των οποίων τα 35 ήταν της πρεσβείας. Τα υπόλοιπα ήταν όλα μυστικές επικοινωνίες υπό το ΣΕΑ [Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας] και το FBIS, και ούτω καθεξής».

Την επομένη, ο Γουίλκινς στεκόταν με τη σύζυγό του στη σκάλα των αεροσκαφών στο αεροδρόμιο Λευκωσίας, το οποίο το 1964 εξακολουθούσε να διαχειρίζεται η Βασιλική Αεροπορία της Βρετανίας. Τρεις ναυλωμένες πτήσεις της εταιρείας Παναμέρικαν θα μετέφεραν τους Αμερικανούς στην ασφάλεια της Βηρυτού και το ζεύγος Γουίλκινς αποχαιρέτησε το κάθε ένα από τα 700 γυναικόπαιδα που αναχώρησαν.

Ωστόσο, μια βδομάδα αργότερα, όταν έφτασε στο νησί ο Μπολ «δεν είχαν φύγει όλες οι σύζυγοι της Πρεσβείας και άκουσα ότι [ο υφυπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ] ήταν έξαλλος που κάποιοι ήταν ακόμα εκεί. Έδωσε στους υπόλοιπους εξαρτώμενους μόνο λίγες μέρες για να φύγουν» και φρόντισε να αντικατασταθεί ο Γουίλκινς. «Προφανώς [ο Μπολ] αποφάσισε ότι το πρόβλημα απαιτούσε μια αλλαγή πρέσβη», σύμφωνα με τον Μακάσκιλ. Ο Γουίλκινς, ο οποίος είχε χειριστεί άτσαλα την εκκένωση, δεν άντεξε την πίεση και «άρχισε να πίνει πολύ», σύμφωνα με τον Τζορτζ Μακφάρλαντ, πρόξενο και πολιτικό σύμβουλο της πρεσβείας το 1964.

Ωστόσο, ένα χρόνο αργότερα το όνομα του Γουίλκινς βρέθηκε μπλεγμένο σε δημοσιεύματα της κυπριακής εφημερίδας «Αγών» για κατασκοπία. Δημοσίευμα των «New York Times» για το θέμα της κατασκοπίας περιλαμβάνει δήλωση εκπροσώπου της πρεσβείας ότι «ισχυρισμοί ότι Αμερικανοί έχουν εμπλακεί σε δραστηριότητες που είναι εχθρικές προς τα συμφέροντα της Κυβέρνησης, της Κύπρου είναι προφανώς ψευδείς» («The New York Times», 6 Μαρτίου, 1965).

ahadjikyriacos@gnora.com

ΠΗΓΕΣ

The Association for Diplomatic Studies and Training Foreign Affairs Oral History Project CONSUL GENERAL CHARLES W. McCASKILL.

The Association for Diplomatic Studies and Training Foreign Affairs Oral History Project Foreign Affairs Series GEORGE MCFARLAND.

The Association for Diplomatic Studies and Training Foreign Affairs Oral History Project Foreign Affairs Series FRASER WILKINS.

 Λευτέρης Παπαδόπουλος, Η μαρτυρία μου ενώπιον της Ad Hoc επιτροπής της Κυπριακής Βουλής δια τον “Φάκελον Κύπρου”: προδότες και προδοσίες εις βάρος της πατρίδος μου, της γλυκείας Κύπρου (Λευκωσία: [χ.ό.], 2010).

Tο άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “Η Καθημερινή“.